Μαργιορη

Η Μαργιορή πήγε να κοινωνήσει. Είχε χρόνια να πάει με άντρα και ένιωθε μια καθαρότητα. Δεν φοβόταν τίποτα μέσα στο αμαρτωλό μυαλό της. Είχε μόνη της πάρει άφεση αμαρτιών. Αγαπούσε τον Μιλτο, ε και; Τι που εκεινος είχε γυναικα και τρία παιδιά; δεν είχε πάει ποτέ μαζί του. Ήταν μια σχεση που έμοιαζε με όνειρο. Και Στα όνειρα δεν αμαρτανουμε. Τα όνειρα άλλωστε έχουν και λίγο πραγματικότητα…λίγο χουφτωμα… Όμως η Μαργιορη ειχε δώσει στον εαυτό της άφεση. Και αυτό είναι μια καθαρά προσωπική υπόθεση. Καθαρά. Η καθαρότητα ειναι μια μυστική υπόθεση…και η  Μαργιορη ήταν μια γυναίκα που δεν άντεχε το αμφιλεγόμενο σε οποία έκφανση του. Αυτό το καθαρό ήταν κατά βάθος βρώμικο…και αυτό το ήξερε. Έτσι, τη στιγμή που ο παπας της πρότεινε το πετραχήλι, εκείνη το αρνήθηκε με παλικαρίσιο θάρρος και θράσος που δεν αναγνώριζε στον εαυτό της… η Μαγιορη δεν κοινώνησε εκείνη την κυριακη. Αποφάσισε να εξομολογηθεί πρώτα.

Τύψεις.

Είχε τύψεις

Όμως δεν ήξερε ότι τις έλεγαν έτσι. Στον παπά, όταν την άγριοκοίταξε  είπε ότι μολις της είχε έρθει περίοδος γιαυτο και δεν μπορούσε να κοινωνήσει. Κατευναστική πληροφορία το αίμα…..ένιωσε ξαναμενη που αποκάλυψε μια πληροφορία που προσέδιδε θηλυκότητα… Το αίμα μου σε ανταλλαγή της αμαρτίας…σκέφτηκε. Αλλά δεν ειχε αίμα. Χρόνια τώρα. Είχε κάνει αφαίρεση σαλπιγκων χρόνια πριν. Ο Μιλτος το ήξερε αυτό. Του το είχε εξομολογηθεί. Αυτός ανακουφίστηκε από αυτή την αποκάλυψη γιατί αυτή η γυναίκα θα έμενε για πάντα μια γυναικα για χουφτωμα…μια γυναίκα όνειρο… χωρίς απαιτήσεις.

Τύψεις χωρίς αίμα…τι σόι τύψεις δεν κρύβουν ένα έγκλημα; Αναρωτήθηκε για το ποιον της βρωμιας της… ήταν περιορισμένη βρωμια και άρα δεν ήταν βρωμια. Ήταν ΑΠΟΥΣΙΑ. Απουσία που είχε ανάγκη να γίνει παρουσία.

Δεν πήγε να εξομολογηθεί.

Πήγε στη γυναίκα του Μίλτου.

Η νόμιμη Άπλωνε στην αυλή, όταν η Μαργιορη την πλησίασε ανοίγοντας με θράσος την πόρτα της οικογενειακής τους γαλήνης.

“Αγαπώ τον άντρα σου” της είπε ωμά.

“Χάρισμα σου” της απάντησε εξίσου ωμά, ενώ άπλωνε ένα φλοραλ σεντόνι, χωρίς ούτε καν να την κοιτάξει, λες και την περίμενε.

“Ε… όχι κι έτσι!” Είπε η Μαργιορη άκομψα

Λες και η αδιαφορία της ήταν η αποκάλυψη, η σύζυγος γύρισε ξάφνιασμενη και κοίταξε τη Μαργιορη για πρώτη φορά. Ήταν ένα ύφος γεμάτο μίσος.

“Πως είπες…;”

“Είπα όχι κι έτσι!” Επανέλαβε η Μαργιορη μην ξέροντας τι ακριβώς εννοούσε

“Έτσι, πως έτσι;”   Είπε η σύζυγος και το φλοραλ σεντόνι έπεσε στο λασπωμένο χώμα της παστρικης οικογενειακής αυλής.

“Να..έτσι..εύκολα.” Είπε η Μαργιορη με φόβο Θεού… που την είχε εγκαταλείψει γιατί είχε πει ψέματα στον παπά λόγο πριν…

“Τι λες μωρή! Δεν το θες εύκολα, Ε; το θες με πόνο Ε;;; ανώμαλη!!” Ούρλιαζε η σύζυγος στην οικογενειακή αυλή…ενώ η μπουγάδα είχε όλη πέσει στις λάσπες. Κανείς δεν νοιάστηκε όμως για αυτή…

Η Μαργιορη δεν καταλάβαινε γιατί αυτό που είπε προκάλεσε τέτοια οργή στην σύζυγο… πιο μεγάλη και από αυτή της εξωσυζυγικής σχέσης…

“Γιατί κανείς έτσι κυρα μου;!” Αποφάσισε να θυμώσει και να το φτάσει στο κόκκαλο.

“Γιατί;!!!” Ούρλιαξε για άλλη μια φορά η σύζυγος και τα μάτια της έγιναν δυο κατά κόκκινες μπάλες κόλασης!

“Δεν ξέρεις γιατί Ε;;;;;;” συνέχισε οδεύοντας τον εαυτό της σε υστερία…

“Δεν ξέρεις!!! Ήρθες εδώ να κου το παίξεις ανίδεη!!! Όλο το χωριό ξέρει τα ρεζιλίκια μας και ΕΣΥ δεν τα γνωρίζεις…! Και ήρθες να παίξεις με τον πόνο μου!!! Αλητησα!!! Βρωμιαρα!!!!”

Η Μαργιορη πήρε αυτό που ήθελε. Την είχε πει βρωμιαρα. Ήταν πια και αυτή μια βρώμικη γυναίκα …. επιτέλους ένιωθε τη θηλυκότητα της σε όλο της το σώμα! Ένιωθε δυνατή… ένιωθε αναπόσπαστο μέρος της Εύας! Ένιωθε την αμαρτία να την αναβαθμίζει … είχε πια λόγο να πάει να κοινωνήσει..

Έφυγε σαν μια παραστρατημένη περήφανη πορνη από την οικογενειακή αυλή του Μίλτου, αφήνοντας τη σύζυγο σε κατάσταση τραγική.

Έφυγε περήφανη για τη γυναικεία δύναμη της. Είχε υπόσταση. Είχε λόγο να ζητήσει συγχώρεση από ένα παπά. Δεν ήταν πια όνειρο..ήταν αλήθεια. Βρώμικη, σιχαμένη, αμαρτωλή αλήθεια.