«Το τραύμα επηρεάζει ολόκληρο τον ανθρώπινο οργανισμό – το σώμα, το πνεύμα και τον εγκέφαλο. Όταν ένα ερέθισμα του παρόντος ξυπνήσει στον τραυματισμένο άνθρωπο μνήμες από το παρελθόν, το δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου του αντιδρά σαν το τραυματικό συμβάν να αναβιώνει στο παρόν»

Bessel van der Kolk

Διαφορές Μετατραυματικού Στρες και Πολύπλοκου Μετατραυματικού Στρες  (PTSD & C- PTSD)

Το PTSD μπορεί να προκύψει από μεμονωμένα γεγονότα, ή βραχυχρόνια έκθεση σε υπερβολικό στρες ή κάποιο τραυματισμό. Οι πάσχοντες από απλό PTSD (μετατραυματικό stress), μπορεί να προσπαθούν να καταστείλουν τη συναισθηματική αντίδρασή τους σε τραυματικά γεγονότα χωρίς ιδιαίτερο αποτέλεσμα, είτε επειδή δεν υπολογίζουν σωστά το μέγεθος του προβλήματος  ή επειδή δεν βρίσκουν διαθέσιμη κάποια ικανοποιητική λύση.  Αυτή η καταστολή του συναισθηματικού φορτίου μπορεί να συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, έως ότου να συμβεί κάτι και να «πέσει  η τελευταία σταγόνα»

Αυτό που ονομάζουμε Πολύπλοκο Τραυμα ή Σύνθετη  Μετατραυματική Διαταραχή (C-PTSD), είναι η πολυεπίπεδη νευρολογική τραυματική αντίδραση στη βραχυχρόνια έκθεση σε υπερβολικό στρες που έχει προκληθεί από αλλεπάλληλες κοινωνικές και διαπροσωπικές τραυματικές παιδικές εμπειρίες.
Οι κακοποιητικές αυτές εμπειρίες παγώνουν στον χρόνο και κατά τη διάρκεια της μετέπειτα ενήλικης ζωής καθιστούν τον άνθρωπο συγκλονισμένο, αβοήθητο και ακινητοποιημένο σε σωματικό, κοινωνικό, επαγγελματικό και διαπροσωπικο επίπεδο.
Η κοινωνική και προσωπική ευαισθητοποίηση και ενημέρωση σε αυτό το πολύ σοβαρό θέμα είναι μείζονος σημασίας διότι αφορά ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Ενήλικες  που παλεύουν να διατηρηθούν λειτουργικοί, αξιοπρεπείς και ενταγμένοι, ενώ υποφέρουν χρόνια από επώδυνα ψυχικά συμπτώματα που έχουν μείνει αδιάγνωστα, ενοχοποιημένα, περιθωριοποιημένα και επιβαρυμένα με λανθασμένες ψυχιατρικές διαγνώσεις και αγωγές.
Τα πρόσφατα δεδομένα νευροεπιστημονικών ερευνών προειδοποιούν ότι η ενημέρωση, η πρόληψη και η αποτελεσματική αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του CPTSD αποτελεί άμεση και επιτακτική κοινωνική ανάγκη

Δυσμενείς Εμπειρίες Παιδικής Ηλικίας (ACEs-Adverse Childhood Experiences)

Η μελέτη CDC-Kaiser Permanente δυσμενών παιδικών εμπειριών (ACE’s), είναι μια πρωτοποριακή μελέτη που διερεύνησε τον αντίκτυπο της παιδικής κακοποίησης, παραμέλησης και οικογενειακής δυσλειτουργίας σε μελλοντικά προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας σε περισσότερους από 17.000 ενήλικες.
Τα αποτελέσματα της μελέτης ήταν κρίσιμα στην κατανόηση του μεγέθους των καταστροφικών συνεπειών του Παιδικού Τραύματος καθ’ όλη τη διάρκεια του μέλλοντος και της ενήλικης ζωής.
Από τη μελέτη αυτή, μάθαμε περισσότερα όχι μόνο για τις ψυχολογικές επιπτώσεις των δυσμενών παιδικών εμπειριών στο νεαρό εγκέφαλο, αλλά και για τις μακροπρόθεσμες επιπλοκές στην υγεία που μπορεί να προέλθουν από την επαναλαμβανόμενη έκθεση σε κακοποιητικές εμπειρίες.

Η μελέτη έδειξε ισχυρή σύνδεση μεταξύ δυσμενών παιδικών εμπειριών (ACEs) και μελλοντικών συμπεριφορών όπως βία, θυματοποίηση, εθισμό, καθώς επίσης και σωματικών καταστροφικών συνεπειών, όπως φθίνουσα υγεία, χρόνιες ασθένειες, έως και χαμηλό προσδόκιμο ζωής.

Η Μελέτη Αντίξοων Εμπειριών Παιδικής Ηλικίας συνδέει 10 τύπους παιδικού τραύματος με συμπτώματα που εμφανίζονται κατά την ενήλικη ζωή του ατόμου και που αφορούν χρόνιες νόσους, ψυχικές ασθένειες και βία.
Για ανθρώπους που έχουν υποφέρει από τέσσερις τύπους αντιξοότητας και πάνω, ο κίνδυνος αλκοολισμού κατά την ενήλικη ζωή τους αυξάνεται κατά 700 τοις εκατό. Η απόπειρα αυτοκτονίας αυξάνεται 1200 τοις εκατό. Οι πιθανότητες για καρδιαγγειακές παθήσεις και καρκίνο, σχεδόν διπλασιάζονται. Οι άνθρωποι με υψηλή βαθμολογία αντίξοων παιδικών εμπειριών (ACE’s) έχουν περισσότερους γάμους, περισσότερα σπασμένα οστά, περισσότερη κατάθλιψη, συχνή συνταγογράφηση ψυχιατρικών φαρμάκων και περισσότερα ποσοστά παχυσαρκίας.

Πώς Προσαρμόζεται ο Εγκέφαλος στο Τραύμα

Τα ανθρώπινα όντα είναι προσαρμοστικά. Το βιολογικό μας σύστημα έχει σχεδιαστεί για να αλλάζει ως απάντηση σε ό, τι καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε.

Οι έρευνες στον τομέα της νευροεπιστήμης δείχνουν, ότι αν γίνουμε μάρτυρες ενός τραυματικού γεγονότος, ή αν βιώσουμε οι ίδιοι το τραυματικό γεγονός, ο εγκέφαλος μας αλλάζει δομή και λειτουργία. Όταν τα τρέχοντα γεγονότα ενεργοποιούν μη επεξεργασμένες τραυματικές μνήμες του παρελθόντος, ο εγκέφαλος και το σώμα μας αντιδρούν –

Θέλουμε να φύγουμε, να παγώσουμε, να πολεμήσουμε ή να υποταχθούμε.

Έτσι, οι άνθρωποι που αναπτύσσουν PTSD η C-PTSD, αναπτύσσουν  όχι μόνο ψυχολογικό αλλά και εγκεφαλικό τραυματισμό. Καίριες περιοχές του εγκεφάλου γίνονται υπερκινητικές, ενώ άλλες είναι λιγότερο ενεργές, δημιουργώντας μια ανισορροπία.

Μέρη του εγκεφάλου που επηρεάζονται από την τραυματική εμπειρία:

  • Η αμυγδαλή διευρύνεται, διεγείροντας τη λειτουργία “μάχης ή φυγής”.

Το συναισθηματικό μας κέντρο στον εγκέφαλο, η αμυγδαλή “ο συναγερμός” στο υπόλοιπο σώμα όταν εντοπίζεται απειλή. Όταν η αμυγδαλή είναι υπερκινητική, οι άνθρωποι μπορεί να έχουν χαμηλότερη ανοχή για άγχος και δυσκολία να ελέγχουν τα συναισθήματά τους.

  • Ο ιππόκαμπος, υπεύθυνος για βραχυπρόθεσμες μνήμες, συρρικνώνεται.

Ο ιππόκαμπος μας βοηθά να διακρίνουμε τις μνήμες του παρελθόντος και του παρόντος. Τα άτομα με C-PTSD μπορεί να χάσουν την ικανότητα να κάνουν διακρίσεις μεταξύ παρελθούσας και παρούσας εμπειρίας, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αναδρομές (εκ νέου σαν το τραυματικό γεγονός να συμβαίνει στο παρόν). Αυτό μπορεί επίσης να προκαλέσει βραχυπρόθεσμη απώλεια μνήμης.

  • Ο προ-μετωπικός φλοιός συρρικνώνεται, καθιστώντας πιο δύσκολη τη ρύθμιση των σκέψεων και των συναισθημάτων. Χρόνια μετά την εμπειρία ενός τραύματος, ένας άνθρωπος μπορεί να συνεχίσει να αισθάνεται φοβισμένος και πολύ επιφυλακτικός. Μπορεί να έχει δυσκολία να εκφράσει αυτό που σκέφτεται και αισθάνεται, ή να υιοθετήσει αρνητικά πρότυπα σκέψης με αυξημένο και διαρκές αίσθημα άγχους. Αυτό συμβαίνει επειδή η δραστηριότητα στον προ- μετωπιαίο φλοιό έχει διαταραχθεί.

Ο προ-μετωπικός φλοιός είναι υπεύθυνος για τη συναισθηματική ρύθμιση, την ορθολογική σκέψη, τη γλώσσα και τη συνειδητοποίηση. Όταν επηρεάζεται από ένα ή από πολλαπλά τραυματικά γεγονότα, αυτό το τμήμα του εγκεφάλου δεν είναι σε θέση να ρυθμίσει το φόβο και άλλα αρνητικά συναισθήματα.

Λόγω του τρόπου με τον οποίο τα σώματά μας προσαρμόζονται στο τραύμα, ο εγκέφαλος μαθαίνει να αντιλαμβάνεται απειλές παντού. Για έναν επιζώντα, αυτό μπορεί να σημαίνει ότι ο κόσμος φαίνεται διαρκώς σαν ένα επικίνδυνο και τρομακτικό μέρος. Μπορεί επίσης να βλάψει την ικανότητα ενός ατόμου να εμπιστεύεται τους άλλους και τον εαυτό του.

Ξαναγράφοντας την ιστορία. Ξαναγυρνώντας στη ζωή.

Οι καθημερινές αλληλεπιδράσεις με γεγονότα και καθήκοντα μπορεί να είναι δύσκολο έως αδύνατο για ένα άτομο που ζει με μετατραυματικό στρες. Τα καλά νέα είναι ότι ενώ ο αντίκτυπος του τραύματος μπορεί να είναι καταστροφικό εάν δεν αντιμετωπιστεί, η ψυχολογική αποκατάσταση και ανάκαμψη του ατόμου είναι πλέον δυνατή.

Ο τρόπος με τον οποίο κατανοούμε το τραύμα και τον τρόπο αντιμετώπισης του έχει εξελιχθεί δραστικά τα τελευταία χρόνια. Όταν ένας ασθενής έχει βιώσει ένα τραυματικό γεγονός ή πολλαπλά τραύματα, πολλοί από τους παλαιούς τρόπους ψυχοθεραπείας μπορεί να αποτύχουν. Όταν το νευρικό μας σύστημα κατακλύζεται, όπως συμβαίνει όταν τραυματιζόμαστε, η γνωσιακή λειτουργία (η δυνατότητα «λογικής») «βγαίνει εκτός σύνδεσης», με αποτέλεσμα οι γνωσιακές και συμπεριφορικές προσεγγίσεις, η ψυχοεκπαίδευση και άλλες τεχνικές που βασίζονται σε αυτήν ακριβώς την –παγωμένη, λογική λειτουργία, να καθίστανται αναποτελεσματικές ή ακόμα και αντιπαραγωγικές. Οι νέες έρευνες δείχνουν ότι η αποτελεσματική θεραπεία του Τραύματος ενσωματώνει αναπτυξιακές, νευροβιολογικές, ψυχοδυναμικές και διαπροσωπικές πτυχές της επίδρασης του τραύματος και της αντιμετώπισής του.

  • ΤΡΑΥΜΑΤΟΘΕΡΑΠΕΙΑ

Όπως αναφέρθηκε, η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία μπορεί να μην είναι πάντα η πιο χρήσιμη, ειδικά για τους ανθρώπους που έχουν βιώσει αλλεπάλληλα παιδικά τραύματα (C- PTSD).

Μπορεί να γνωρίζουμε διανοητικά ότι δεν είναι όλες οι πεποιθήσεις μας ορθολογικές. Αντιλαμβανόμαστε ότι οι φυσικές μας απαντήσεις είναι δυσανάλογες με την κατάσταση. Όμως όταν είμαστε τραυματισμένοι, οι παράλογες πεποιθήσεις μας συχνά δεν προέρχονται από τον λογικό μας εγκέφαλο – προέρχονται από τον συναισθηματικό μας εγκέφαλο (Μεταιχμιακό Σύστημα – Limbic system). Το μέρος του εγκεφάλου που επηρεάζεται περισσότερο όταν τραυματιζόμαστε.

Για να θεραπεύσουμε τα τραυματικά συμπτώματα λοιπόν, πρέπει να βοηθήσουμε να εξισορροπήσει ο συναισθηματικός εγκέφαλος μέσα από τη σύνδεση των διαφορετικών τμημάτων του εγκεφάλου. Αυτό ονομάζεται «εγκεφαλική απαρτίωση» και οδηγεί στην ολοκληρωμένη, ισορροπημένη συναισθηματική και νοητική λειτουργία του ατόμου. Ο στόχος της είναι διπλός: αφενός να αποφευχθεί η απόλυτη κυριαρχία είτε του ανεξέλεγκτου συναισθήματος, είτε της άκαμπτης λογικής και αφετέρου, η κατανόηση τόσο του εαυτού όσο και των άλλων.

Οι έρευνες έδειξαν ότι οι παρακάτω προσεγγίσεις συνιστώνται ως δραστικές και καίριες στην απακατάσταση του συναισθηματικού μας εγκεφάλου:

1. Απευαισθητοποίηση και επανεπεξεργασία κίνησης των ματιών (EMDR)
2. Somatic Experiencing (SE)
3. Εσωτερική θεραπεία οικογενειακών συστημάτων (IFS)

4. Ψυχόδραμα-Συστημική Αναπαράσταση
5. Φυσική κίνηση, αναπνοή και πρακτικές διαλογισμού
6. Γιόγκα, τάι τσι, τσι γκονγκ, Τάε Κβον Ντο
7. Νευροανάδραση